облазить - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

облазить - translation to πορτογαλικά


облазить      
percorrer ; (побывать) ter estado (em muitos lugares) ; (в поисках чего-л) esquadrinhar
излазить      
correr (percorrer) muitos lugares ; (в поисках чего-л) rebuscar , revistar
лазить      
trepar , galgar ; (шарить) remexer , , procurar ; (пробираться) meter-se, enfiar-se ; (проникать) penetrar

Ορισμός

облазить
ОБЛ'АЗИТЬ, облажу, облазишь, ·совер., что (·разг. ). Лазя, побывать повсюду, в разных местах. За грибами весь лес облазили. "Они... облазили все закоулки." А.Н.Толстой.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για облазить
1. А я хочу всю Африку облазить, Северную и Южную Америку...
2. Я хочу всю Африку облазить, Северную и Южную Америку.
3. Ребята же от скуки готовы облазить все окрестные овраги.
4. Но чтобы найти подходящий вариант, каждому приходится перелопатить горы газет, облазить массу интернет- сайтов.
5. Жажда артефактов заставила Шанже "облазить" почти всю версальскую библиотеку и дворец, который был тогда еще полупустынным.